Το βιβλίο είναι μια μυθιστορηματική αφήγηση πάνω στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο Ορέστης και η Μαριάννα, ξεκινάνε το ταξίδι της ζωής με όνειρα πολλά και μεγάλα σχέδια, από ένα μικρό χωριό στον Έβρο τη δεκαετία του 1960. Το ταξίδι περνά από την Αθήνα, συνεχίζει στη Νέα Υόρκη, επιστρέφει στην Αθήνα και καταλήγει πάλι στον Έβρο. Το βιβλίο δεν μένει στις ατομικές διαδρομές και στα αδιέξοδα των ηρώων του. Αντιθέτως τα χρησιμοποιεί για να αποτυπώσει μια ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα. Περιγράφει μικρές και μεγάλες ιστορίες οικονομικής και πολιτικής διαπλοκής στην Ελλάδα και στον κόσμο. Οικονομικά, επιχειρηματικά, εκδοτικά, δικαστικά συμφέροντα, συγκρούονται συνθλίβοντας ζωές και καταδικάζοντας υπάρξεις. Ανάμεσα στα μεγάλα γεγονότα ξεχωρίζει το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, η φούσκα της μεγάλης ευφορίας του ευρώ, η κατάρρευση της Lehman Brothers και η έλευση της πρώτης κρίσης. Οι ήρωες κινούνται αναζητώντας μέσα από το προσωπικό τους δράμα μια διαδρομή πέρα από τα όρια της νίκης ή της ήττας. Μια διαδρομή, ανάμεσα στην τύχη και την ανάγκη, η οποία τους οδηγεί μακριά από τα παλιά όνειρα και τα αρχικά σχέδια… Στο τέλος, αντιλαμβάνονται πως η ζωή δεν εξελίσσεται, όπως τη σχεδιάζεις…

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Με οδηγό τα όνειρα.....

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Τι έγιναν τα όνειρα;

Θα φύγουμε κάποτε αθόρυβα και θα πλανηθούμε΄..
..Μες τις πολύβοες πολιτείες και στις έρημες θάλασσες
…χαιρετώντας λευκά πανιά π' ανεμίζονται.
Ισως δεν μένει τίποτ' άλλο παρά αυτό να θυμόμαστε.
Μανόλης Αναγνωστάκης
13.12.43
Οσα χρόνια και να περάσουν, θα θυμάμαι πάντα την πρώτη μου μέρα στο δημοτικό. Αποβραδύς, είχαν ανοίξει οι στέρνες τ’ ουρανού, οι δρόμοι γέμισαν λάσπη και το πρωϊ ομίχλη. Το πρωτοβρόχι, ευλογία και δώρο του θεού, μετά από ένα μακρύ και ζεστό Καλοκαίρι. Σε λίγες μέρες θ’ άρχιζε τ’ όργωμα και η προετοιμασία για τη σπορά. Η μάννα μου ήρθε  να με  ξυπνήσει από νωρίς, να ετοιμαστώ για τη μεγάλη μέρα. Προσπάθησα να κλέψω λίγες στιγμές παραπάνω ύπνου, μήπως και με «ξεχάσουν» για το «μοιραίο» ραντεβού, αλλά που τέτοια τύχη! Αργότερα το έμαθα, πώς αυτό που φοβάσαι βιάζεται και εκείνο που ποθείς σκοντάφτει.......  
Μας  έβαλαν να καθίσουμε, ανά δύο, σε κάθε θρανίο. Υστερα  η δασκάλα, με δυό πινέζες κάρφωσε μπροστά, στην πάνω άκρη του θρανίου, ένα στενόμακρο χαρτάκι με τ’ όνομά μου. Το μάθημα της ημέρας ήταν να μάθουμε να τ’ αντιγράφουμε. Όταν το είδα, απελπίστηκα! Απ’ όλα τα παιδιά στην τάξη, είχα το επίθετο με τα περισσότερα γράμματα!  Τελείωσα τελευταίος, περίγελος όλων! Το χειρότερο δυνατό ξεκίνημα! Όπως ακριβώς τάλεγαν οι «παλιοί»: δύσκολο πράγμα το σχολείο.
Μετά το διάλειμμα, η δασκάλα έγραψε μ’ άσπρη κιμωλία στο μαυροπίνακα «η καλοσύνη, φέρνει το καλό!» Και βάλθηκε να μας  εξηγήσει, πώς «μόλις γεννιέται ο άνθρωπος, ο θεός βάζει δίπλα του έναν κουμπαρά.  Κι αρχίζουμε να τον  γεμίζουμε, με τα καλά μας έργα! Οσα  μπαίνουν στον κουμπαρά, τα επιστρέφει ο θεός, διπλά και τρίδιπλα, σε μια στιγμή ανάγκης!» Αυτή  ήταν η φιλοσοφία της κυρίας Ελένης για τη ζωή!
Και να κάνουμε όνειρα πολλά…και όνειρα μεγάλα. Και να τολμάμε…και να μη φοβόμαστε… και να μην απογοητευόμαστε.. Γιατί, στο τέλος, το καλό θα ρθεί…
Μια ζωή, είχα για οδηγό μου  τις  συμβουλές της! Όμως, έρχονται  κάτι ώρες, που αναλογίζομαι,  τι έγινε; Σε ποια λιμάνια βγήκαμε; Ποιους δρόμους ακολουθήσαμε; Ποια όνειρα κυνηγήσαμε; Ποιες κορφές κατακτήσαμε;΄Εχουμε ακόμα καιρό να προφτάσουμε,για εκείνα που πήγαν λάθος; Πόσο ακόμα θα περιμένουμε νάρθει το καλό; Μια τέτοια ώρα είναι κι αυτή….
΄Ισως να φταίει  το καλοκαιράκι που περνάει  και πνιγμένος στη δουλειά, αναπολώ τα ανέμελα Καλοκαίρια της εφηβείας μου.
΄Ισως, πάλι, εκείνη η παλιά φωτογραφία:  "Καλοκαίρι 1974-Αίγινα".
Συχνά σκέφτομαι αυτά που θα μπορούσα να κάνω και δεν τόλμησα!
Εκείνα που δεν έπρεπε να κάνω, αλλά τα έπραξα!Αυτά που ήθελα, αλλά δεν επέμεινα! Και έμεινε το παράπονο!
Αύγουστος 1975.
΄Ενα τσούρμο παιδιά, μ’ όνειρα και ελπίδες, πηγαίναμε να δώσουμε εξετάσεις στη Νομική. ΄Ηταν το μεράκι κι ο καημός μας!Είχαμε διαβάσει εκατοντάδες  θέματα ιστορίας, λατινικά και αρχαία και οι καθηγητές μας είχαν σίγουρους!΄Ομως όλη αυτή η προσπάθεια, θα κρίνονταν από λίγες γραμμές,  σε δυο-τρείς ώρες το πολύ! Τόσο δικαιούσαι να δοκιμάσεις για τ’ όνειρο και το ταξίδι του μέλλοντός σου.
Μέναμε σ’ ένα  ξενοδοχείο στην Κομοτηνή. Ολομόναχοι. Είχαμε δεν είχαμε κλείσει τα δεκαοκτώ, ενώ μερικοί έβγαιναν  έξω απο την πόλη τους για πρώτη φορά!  Xωρίς γνωστούς και φίλους να περιμένουν να μας πούν δυό λόγια.  Χωρίς μανάδες κρεμασμένες στα κάγκελα του σχολείου, λουσμένες στον ιδρώτα, απο την αναμονή  και την αγωνία. 
Κάποιος κόμπαζε πώς, όλο κι όλο, είχε διαβάσει πέντε αρχαία κείμενα το προηγούμενο βράδυ. ΄Ετυχε ένα απ' αυτά! Πέρασε!
Θυμάμαι  τον φιλόλογο να λέει ότι τον Θουκυδίδη τον ήξερα καλύτερα από τον ίδιο! Ότι τον Πλάτωνα, τον Ξενοφώντα, τον Ισοκράτη, τον Λυσία, τους έπαιζα στα δάκτυλα! Οι λόγοι του Δημοσθένη ήταν το καλύτερό μου. Και το 1975  έπεσε Δημοσθένης! "Περί της  των Ροδίων Ελευθερίας”. ΄Ομως, ήταν ο  μόνος λόγος του Δημοσθένη που δεν είχα μελετήσει! Τον "Περί Στεφάνου", που είναι ο καλύτερός του,  τον ήξερα απ' έξω! Μ’ άρεσε να τον απαγγέλλω από στήθους,  όπως ο μέγας ρήτορ! ΄Υστερα μια επιτηρήτρια, άνευ λόγου και ουσίας, μηδένισε το γραπτό μου. «Απέτυχα οικτρά κι’ εξουθενώθην», κι έφυγα  για την Αμερική…
Οι άλλοι, όμως, τι απέγιναν
Ο Τάκης,  είχε διαβάσει τον Πλάτωνα περισσότερο και από τους φιλολόγους. ΄Ηξερε καλύτερη γραμματική και από τον …Τζάρτζανο. Ούτε ο Τάκης πέρασε στη Νομική! Και από μικρό παιδί ονειρευόταν να γίνει δικηγόρος. Αυτός έλυνε τις διαφορές μας και όλοι λογαριάζαμε τη γνώμη του. Δεν ξαναδοκίμασε! Είναι βαρύ ν’ αποτυγχάνεις εκεί που δεν το περιμένεις. ΄Οταν μάλιστα έχεις προσπαθήσει τόσο πολύ και τάχεις δώσει όλα! Πήγε  στρατό, βάσανο δυο χρόνια. Μετά σε μια σχολή λογιστών και βολεύτηκε κάπου. ΄Εκανε καριέρα στον ιδιωτικό τομέα. Λαμπρή η πορεία του με τα κριτήρια των άλλων. Καλά αμειβόμενος, δε λέω. Με δικαίωμα υπογραφής ισολογισμών, αυθεντία στα φορολογικά και τις ανώνυμες εταιρείες. Το υπουργείο, ως αυθεντία, τον καλούσε συχνά να εκφέρει την άποψη του για την «πάταξη της φοροδιαφυγής», την «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», τον «εκσυγχρονισμό του Κ.Β.Σ».   Ξενυχτούσε, γιατί η επιμέλειά του ήταν παροιμιώδης. Οι εισηγήσεις του πάντα ρηξικέλευθες, αλλά «με μεγάλο πολιτικό κόστος», κιτρίνιζαν  στα συρτάρια.  «Ξέρεις  τι είναι να πετάνε τη δουλειά σου στα σκουπίδια; Σε θεωρούν άχρηστο. Παρ’ όλα αυτά όχι δεν έλεγε, όταν «η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου αναζητούσε νέες ιδέες». Αυτή η χώρα, από  ιδέες  άλλο τίποτα! Το πρόβλημα ήταν πάντα  στην πράξη! Στην εφαρμογή.
΄Ετσι, σπατάλησε  μια ζωή μέσα σε χοντρά βιβλία λογιστικής, ισολογισμούς, συγκεντρωτικές καταστάσεις και επιτροπές για την «αναμόρφωση του φορολογικού  συστήματος».  Μια ζωή χαμένη,  σύμφωνα με τα όνειρα του. Γιατί αυτό πρέπει να είναι το μέτρο σύγκρισης. ΄Ομως, ακόμα και σήμερα, στις ελεύθερες ώρες του, πηγαίνει στην Ευελπίδων και παρακολουθεί δίκες! Είναι μεράκι το άτιμο και δεν φεύγει!
«Γιατί δεν πάς τώρα στη Νομική, που τέλειωσαν οι υποχρεώσεις σου»,  τον ρώτησα μια μέρα
«Πέρασαν τα χρόνια  για να πάρω την άδεια», απάντησε με  παράπονο.
Δεν ήξερα πως υπάρχει  τέτοιο όριο; ΄Οριο για τα όνειρα;  Ποιό αστροπελέκι   το σκέφθηκε; «Ξέρεις στην Αμερική μπορείς να γίνεις δικηγόρος, σ’ όποια ηλικία θέλεις, αρκεί να περάσεις το BAR EXAM
Με κοίταξε,  με τη γνωστή του απέχθεια για τη  «μητρόπολη του καπιταλισμού». Δεδηλωμένος μαρξιστής από τα μαθητικά του χρόνια, στέλεχος της ΚΝΕ, μέχρι τα σαράντα του, άκουγε Αμερική και πάθαινε κάτι.
«Είναι και αυτό μέρος του προτσές που οδηγεί στην αλλοτρίωση....»
«Ρε συ,  δεν κόβεις τις μαλακίες για «προτσές και αλλοτρίωση;»  Βαρέθηκα να σ’ ακούω τριάντα χρόνια! Ο μαρξισμός φαλίρισε. Πάπαλα.».
«Ο μαρξισμός δεν φαλίρισε, αλαζόνα οπαδέ του καπιταλισμού. Απέτυχε το γραφειοκρατικό σύστημα, που στ’ όνομα του μαρξισμού, έπνιξε την πιό ρομαντική επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αν θέλεις να ξέρεις, ακόμα και σήμερα η ανάλυση του Μάρξ για  τον καπιταλισμό είναι η πιό ολοκληρωμένη κριτική που έγινε ποτέ. Ο μαρξισμός δεν πέθανε. Επανέρχεται...»
Πάντα καταλήγαμε στο Μάρξ και τη χαμένη ευκαιρία της επανάστασης, που θα μπορούσε να είχε φέρει τον σοσιαλισμό.

Ο Γιώργος, που έδινε εξετάσεις για πλάκα, είχε διαβάσει πέντε κείμενα  το προηγούμενο βράδυ, από ένα ανθολόγιο αρχαίων συγγραφέων που δανείστηκε από τον Τάκη!  Ετυχε ένα! Πέρασε! Ούτε που πάτησε  το πόδι του στη Νομική. Συνέχισε τις επιχειρήσεις  του πατέρα του. Και ο Τάκης με τον Γιώργο κοιμότανε  στο ίδιο δωμάτιο εκείνο το μοιραίο βράδυ, αλλά  δεν τον άκουσε, επειδή τον θεωρούσε άσχετο με τ’ Αρχαία!

Η Μαριάννα, από παιδί, ονειρευόταν μια ζωή με τον Ορέστη. Σχεδίαζαν ν’ ανοίξουν μαζί δικηγορικό γραφείο, ν’ αναλαμβάνουν μεγάλες υποθέσεις, ν’ αγορεύουν στον Αρειο Πάγο, ν’  ανέβουν στο Εβερεστ, να τρέχουν στο Μαραθώνιο και ν’ ακολουθήσουν τη διαδρομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Να φτιάξουν σπίτι πάνω σ΄ ένα λόφο, που αγναντεύει το πέλαγος και να  κάνουν πολλά παιδιά. Πόσα βράδια δεν ξαγρύπνησαν σχεδιάζοντας τ’ αύριο... ΄Υστερα μια κόκκινη γραμμή και αυτό ήταν.... Τι να κάνει;  Μισή η χαρά, αλλά ούτε και αυτή πρόλαβε να τη χαρεί ολόκληρη. Φθινοπωρινό φύλλο, που το παρασέρνει το πρωτοβρόχι. . Μετά, αρχίζει να βγάζει τα νύχια της η πραγματικότητα!
Πόσες φορές δεν αναρωτήθηκες,  αν είναι σωστή η πορεία. Πόσες φορές δεν σκέφτηκες να την αλλάξεις, αλλά δεν  το έκανες. Τι κρίμα να μην τολμήσεις ν’ αναμετρηθείς με τον εαυτό σου και να ξεπεράσεις αυτά που σου υπαγόρευαν οι ειδήμονες και γνωστικοί που, συνήθως, δεν έβλεπαν πέρα από τη μύτη τους.Τι κρίμα να τους ακούσεις στις πιο κρίσιμες αποφάσεις της ζωής σου…Και οι συμβουλές τους;  πάντα λαθεμένες!
Δείλιασες. «Αύριο»,  είπες. "Αύριο..." Και τ' ανέβαλλες όλα, τα πιο κρίσιμα, για αύριο.. Αύριο τ' άφησες για την άλλη μέρα και ύστερα για την επόμενη..
Είναι τόσο εύκολο να βρεις δικαιολογίες, όταν αρχίζουν τα δύσκολα. ΄Ετσι, σιγά-σιγά τα κύματα μεγάλωσαν.  Γίνανε τρικυμίες. Μα πάλι δικαιολογήθηκες για την απραξία σου. Μια ζωή, μες τις φουρτούνες και τα βάσανα, "είμαι μαθημένος" είπες. Μα κάθε απόγευμα, σαν γέρνει ο ήλιος και αγναντεύεις το διάσελο πίσω σου...Αναρωτιέσαι..Θα μπορούσαν να μην είναι έτσι τα πράγματα. Θα μπορούσαν να είναι αλλιώτικα. Να είχες τον καιρό να κάθεσαι στην πρύμνη  και ν’ απολαύσεις της ζωής σου το ταξίδι. Και να έφερνες πάλι στο μυαλό σου τα όνειρα τα παιδικά. «Θα ‘δινα ένα βασίλειο για να ξαναγίνω μια μέρα παιδί»,  λέει ο ποιητής. ΄Ολα αυτά που ήθελες να γίνουν και δεν έγιναν. ΄Ολα αυτά που θα μπορούσες να κάνεις και δεν τα έκανες..Τα όνειρα...Το άλας της ψυχής. Το αποκούμπι των αδικημένων!

Η Χρυσάνθη πήγε να δουλέψει  στο κυλικείο της Σχολής, «για προσωρινά».
΄Αλλωστε, ήθελε να γίνει γιατρός! Όμως, την έκλεισε στις δαγκάνες της η καθημερινότητα και δεν μπόρεσε να ξεφύγει. Τώρα μάλιστα ανέλαβε τη διαχείριση του κυλικείου!  Και είχε πάει  για προσωρινά! Από τότε, το «προσωρινά», της έγινε μόνιμος εφιάλτης. ΄Ακουσε μια μέρα τον Κώστα Καράλη να τραγουδάει  «σε θυμάμαι στο γραφείο που ‘ρθες για προσωρινά...» και δάκρυσε. Νόμισε πώς γράφτηκε για εκείνη. .

΄Οταν ο ορίζοντας σκοτεινιάζει γύρω της, σκέφτεται ότι θα μπορούσε να είναι  γιατρός, αν είχε προσέξει εκείνη την υποσημείωση στη σελίδα 165 της βιολογίας. Τόσος κόπος και μια υποσημείωση, έκρινε το μέλλον της! Μια υποσημείωση: Η διαφορά ενός γιατρού, από μια  διαχειρίστρια  κυλικείου!  Και ύστερα μου λένε να μην προσέχω τις λεπτομέρειες!

Είπαμε να ξαναβρεθούμε δεκαπέντε  χρόνια αφ' ότου τελειώσαμε το γυμνάσιο. Ηρθαν μόνο έξι από τους εξήντα. Οι πιο πολλοί δεν εμφανίστηκαν, από φόβο,  μήπως και χρειαστεί ν’ «απολογηθούν» , ενώπιον των δικαστών της νιότης.  Προτίμησαν να μείνουν στ’ άγουρα χρόνια. Δυο, είχαν ήδη χάσει τη μάχη στα μαρμαρένια αλώνια και πέρασαν τον Αχέροντα. Κόπηκε, νωρίς και απότομα, το νήμα της ζωής και δεν πρόλαβαν να χαρούν  σχεδόν τίποτα... ΄Εμειναν οι μανάδες τους, να θρηνούν  για τ’  αναπάντεχο... .

Δικηγόροι, δάσκαλοι, γιατροί, αρχιτέκτονες, μηχανικοί, καθηγητές και ένας αστροναύτης. Αυτός ο τελευταίος, τα κατάφερε τουλάχιστον και δουλεύει στην  Ολυμπιακή! Μηχανικός εδάφους! ΄Εστω! Τι είναι άλλωστε η απόσταση της γής απο το φεγγάρι. Ασήμαντη λεπτομέρεια, μπροστά στις διαστάσεις του σύμπαντος... Για τις λεπτομέρειες που λέγαμε!  Για εκείνη τη στιγμή, τη μία,  όπως λένε οι ποιητές, που  μπορεί να κλείνει μέσα της την αιωνιότητα. Δεν μετανιώσαμε ποτέ για κείνα τα όνειρα! Πάλι τα ίδια θα κάναμε, αν μπορούσαμε να ξαναρχίσουμε!Ν’ ανοίξουμε τα πανιά και να ριχτούμε στο πέλαγος.  Ατρόμητοι ταξιδευτές της θάλασσας, σε μακρινά, άγνωστα και χωρίς προορισμό ταξίδια. Ακόμα κανένας δεν το έχει πει καλύτερα απ’ τον Εμπειρίκο:
“Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
Θαρρώ πως τα ταξείδια μας συμπίπτουν
Νομίζω πως σου μοιάζω και μου μοιάζεις
Οι κύκλοι μας ανήκουνε στην οικουμένη
Πρόγονοι εμείς των γενεών που εκκολάπτονται ακόμη
Πλέχουμε, προχωρούμε δίχως τύψεις….”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.